Πέμπτη 4 Αυγούστου 2016

Τρομοκρατία και racial profiling (ή ο αυτοκράτορας και τα ρούχα του)

           
   Σύμφωνα με άρθρο στο foreignpolicy.com, μετά τις τελευταίες επιθέσεις τζιχαντιστών στη Γαλλία, η κατάσταση κινδύνου πλησιάζει επικίνδυνα στο να μονιμοποιηθεί. Μετά δε και το πρόσφατο τρομοκρατικό χτύπημα στη Nice και τη δολοφονία του Γάλλου κληρικού Jaques Hamel, τα μέτρα ασφαλείας αναμένεται να καταστούν όλο κι αυστηρότερα, με το καθεστώς της κατάστασης έκτακτης ανάγκης να παρατείνεται ως και τον Ιανουάριο του 2017. Μεταξύ άλλων, τα μέτρα περιλαμβάνουν δημιουργία «μαύρης λίστας» με υπόπτους για συμμετοχή σε εξτρεμιστικές οργανώσεις. Όπως αναφέρεται στον διεθνή τύπο, η γαλλική κυβέρνηση παρακολουθεί συστηματικά τα πρόσωπα που έχουν περιληφθεί στον εν λόγω κατάλογο.

  Έχει καταστεί πλέον κοινή αντιτρομοκρατική στρατηγική η εντεταμένη παρακολούθηση κι ο περιορισμός συγκεκριμένων προσώπων, τα οποία υποτίθεται πως «πληρούν τις προδιαγραφές» του μέσου τρομοκράτη. Ήδη από το 2001, στις ΗΠΑ, ξεκίνησε να κερδίζει έδαφος η αντίληψη πως η τρομοκρατία μπορεί να αντιμετωπιστεί με την εφαρμογή «προληπτικών μέτρων» κατά προσώπων που ταιριάζουν σε ένα συγκεκριμένο εθνικό ή θρησκευτικό προφίλ: φερ’ ειπείν, με την απαγόρευση επιβίβασής τους σε αεροπλάνα (no-fly list).
 Κι ενώ προς το παρόν είναι δύσκολο για πολιτικά πρόσωπα να αναφερθούν ευθέως σε συστημική διάκριση στη βάση της εθνικότητας ή της φυλής, πολλοί πολιτικοί οι οποίοι διεκδικούν υψηλές κυβερνητικές θέσεις, όπως ο Ντόναλντ Τράμπ στις ΗΠΑ ή η Μαρί ΛεΠεν στη Γαλλία έχουν ταχθεί ανοιχτά υπέρ της απαγόρευσης εισόδου και του αντισυνταγματικού (κατά τα εκάστοτε εγχώρια μέτρα) περιορισμού της ελευθερίας ατόμων, κατά την (ταπεινοτάτη) γνώμη τους πιθανών να συμμετάσχουν σε τρομοκρατικά χτυπήματα- αραβικής καταγωγής, δηλαδή, ή μουσουλμάνων.
 Η στρατηγική αυτή βασίζεται σε μια κοινή αντίληψη των δυτικών σχετικά με την ισλαμική τρομοκρατία: στην ιδέα πως ο τρομοκράτης είναι ένας «στρατιώτης της πίστης», ο οποίος έχει ανωτέρους και κατωτέρους κι υπακούει σε έναν συστηματικό διοικητικό μηχανισμό. Σύμφωνα με την οπτική του μέσου ευρωπαίου, ο τζιχαντιστής είναι ακτιβιστής μουσουλμάνος, ο τρόπος ζωής του οποίου διαφέρει παρασάγγας από ενός χριστιανού ή βουδιστή, κι ο οποίος βρίσκεται σε συνεχή επικοινωνία με μια οργανωμένη κι επικίνδυνη κοινότητα φανατικών.
 Σύμφωνα, όμως, με τον καθηγητή διεθνούς πολιτικής Andrew Heywood, οργανώσεις όπως η Αλ Κάιντα ή το ISIS υιοθετούν χαλαρά μοντέλα οργάνωσης, και τα μέλη τους ωθούνται στο να υιοθετούν συνήθειες ασύμβατες, ως κι αντίθετες με την ισλαμική πίστη. Συνεπώς, ο φανατικός ισλαμιστής σήμερα δεν ταιριάζει σε αυτό που έχουμε στο νου μας ως ισλαμιστή. Οι περισσότεροι μεταξύ όσων πραγματοποιούν επιθέσεις αυτοκτονίας είναι γηγενείς, κι οι πιο πολλοί άτομα τα οποία κίνησαν από ελάχιστες έως καθόλου υποψίες. Πρόκειται για ανθρώπους μοναχικούς, οι οποίοι κυριολεκτικά ξυπνούν ένα πρωί και ανατινάζονται για το μαρτύριο, χωρίς παραπάνω καθοδήγηση, πέρα από ένα ή δυο email.
 Η τακτική της κατηγοριοποίησης κατά φυλή, εθνικότητα ή θρήσκευμα, λοιπόν, είναι καταφανώς δυσλειτουργική- σε σημείο που να αναρωτιέται κανείς, για ποιον λόγο συνεχίζει να εφαρμόζεται.
 Το λάθος κατά το συσχετισμό της τρομοκρατίας με το Ισλάμ είναι το ίδιο με αυτό που προκύπτει σε κάθε πιθανό συσχετισμό δυο φαινομενικά συναφών γεγονότων: ο ημιμαθής παρατηρητής βασίζεται στην εσφαλμένη του εντύπωση για την πραγματικότητα για να εξάγει βλακώδη συμπεράσματα. Στην περίπτωσή μας, ο μέσος δυτικός έχει την εντύπωση πως όλοι οι μουσουλμάνοι έχουν κοινή ή συναφή πίστη, πως οι δογματικές τους διαφορές είναι ελάχιστες και συζητήσιμες, πως για τον μουσουλμάνο ο παράδεισος είναι σημαντικότερος από την επίγεια ζωή, και πως το Ισλάμ προωθεί τον σκοταδισμό και τη μισαλλοδοξία.
 Δυστυχώς, αν όσοι υπερμάχονται των κλειστών συνόρων δουν την πραγματικότητα, θα απογοητευτούν. Το Ισλάμ περιλαμβάνει πολλά και διαφορετικά μέλη, από ταγμένους ειρηνιστές μέχρι ψυχοπαθείς. Οι μουσουλμάνοι είναι απλοί άνθρωποι, που ενδιαφέρονται για την επίγειά τους επιβίωση, όσο κι οποιοσδήποτε άλλος- κι όσοι δεν ταιριάζουν στην περιγραφή αυτή, είναι άτομα με εγκληματικές, όχι φονταμενταλιστικές τάσεις. Υπάρχουν μουσουλμάνοι επιστήμονες, όσο και δολοφόνοι, και τα ποσοστά των εγκληματιών μουσουλμάνων δεν είναι στατιστικά μεγαλύτερο από αυτό άλλων θρησκευμάτων.
 Το ζήτημα της αντίδρασης ορισμένων ανθρώπων μέσα από τη συμμετοχή τους σε τρομοκρατικές οργανώσεις είναι αρκετά περίπλοκο- τόσο, που δεν αρκούν 700 λέξεις για να αναλυθεί. Σχετίζεται με τα βιώματα του καθενός, την διαχείριση διεθνών προβλημάτων από υπερδυνάμεις με ορισμένα κοινά χαρακτηριστικά, και την κρίση που βιώνει το προτεσταντικό μοντέλο σκέψης.
 Σε κάθε περίπτωση, όμως, η αναγωγή ενός τόσο δυσεπίλυτου προβλήματος στο συλλογισμό «το τραπέζι έχει τέσσερα πόδια- και το βόδι τέσσερα έχει- άρα το τραπέζι είναι βόδι», δεν είναι μόνο άδικη· είναι κι επικίνδυνη, και μπορεί, αντί να βελτιώσει, να επιδεινώσει το ζήτημα της σύγχρονης τρομοκρατίας. Μπορεί να βολεύει και να συντηρεί τις ψευδαισθήσεις πολιτισμικής ανωτερότητας του ευρωπαίου-βορειοαμερικάνου· το τέλος, όμως, σε τέτοια παραμύθια είναι συνήθως κακό.


Επιμέλεια: Γραμματόπουλος Γιώργος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ονοματεπώνυμο

το σχόλιό σας