Σάββατο 19 Μαρτίου 2016

Η Ολοκαίνουρια Καινή...Διαθήκη


-Προσοχή: spoiler. Συνεχίζετε με δική σας ολοκληρωτική ευθύνη-

    Υποθέστε ότι ο Θεός δεν είναι μία άυλη ανώτερη δύναμη ούτε ένας παχουλός γεράκος με άσπρα πλούσια γένια και χερουβείμ να πετούν ανέμελα δεξιά κι αριστερά του, αλλά ένας μεσήλικας Βέλγος χαιρέκακος αγριάνθρωπος που δημιούργησε την ανθρωπότητα μόνο και μόνο για να έχει κάποιον να βασανίζει. 

     Υποθέστε, επίσης, ότι μοναδικές του ασχολίες είναι να πίνει μπύρες, να κακοποιεί την κόρη του και την σύζυγό του και να μηχανεύεται αδιαλείπτως σαδιστικούς τρόπους για να στραπατσάρει τους ανθρώπους, μέσα στους τέσσερις τοίχους ενός μεσοαστικού σπιτιού στις Βρυξέλλες. Αυτή είναι η βλάσφημη -αλλά αθώα- εικασία στην οποία βασίζεται η νέα ταινία του Ζακό Βαν Ντορμέλ ''Η ολοκαίνουρια...Καινή Διαθήκη''. Μία παράλογη και μαγικά μελαγχολική ταινία που πριν την δεις φρόντισε να απαλλαγείς από οποιοδήποτε θρησκευτικό δογματισμό.

     Ο Θεός του Βαν Ντορμέλ ζει με την άβουλη  και διαρκώς φοβισμένη σύζυγο του και την  δεκάχρονη αλλά σπιρτόζα κόρη του, Έα.  Επιθυμώντας να ξεφύγει από την πατρική  βάσανο, η Έα καταφέρνει να αποδράσει και να  κυκλοφορήσει ανάμεσά μας αφού πρώτα,  παίρνοντας την εκδίκησή της, γνωστοποιεί  στους ανθρώπους μέσω sms την ακριβή  ημερομηνία θανάτου τους. Αποστολή της είναι  να βρει τους έξι δικούς της μελλοντικούς  Αποστόλους ώστε να γραφτεί...από την αρχή η  Καινή Διαθήκη. 

    Αυτό που ακολουθεί, ξεφεύγει από το επίγειο, διαπερνά στρώματα της σφαίρας του σουρεάλ -θυμίζοντας έντονα Amelie και Delicatessen του Ζαν Πιέρ Ζενέ- και η επίγευση που μένει όταν πέσουν οι τίτλοι του τέλους είναι γλυκόπικρη, αλλά συμπληρώνεται ευστόχως από την ανθρωποκεντρική, καλόκαρδη και πηγαία συγκινητική μαεστρία του Βαν Ντορμέλ.

    Στην ελαφριά και σατυρική ατμόσφαιρα της υποψήφιας για Όσκαρ και για Χρυσή Σφαίρα Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας, διακρίνεται το φιλοσοφικό στοιχείο και μια γενικότερη υπαρξιακή ανησυχία που ξυπνά προβληματισμούς οι οποίοι έχουν εμφανιστεί κατά καιρούς στο νου και ξεπηδούν που και που σε στιγμές αδυναμίας κι άλλοτε παραμένουν θαμμένοι -συνήθως σκοπίμως- στο υποσυνείδητο, όσο πιο βαθιά γίνεται.
    Η σκηνή της ταινίας που αποτέλεσε αφορμή για την αρχή της δικής μου υπαρξιακής αναζήτησης παρουσιάζει αλληγορικά την ολοκληρωτική μεταβολή του τρόπου ζωής ενός από τους έξι μελλοντικούς Αποστόλους της Έα. Ο μεσιέ Jean-Claude (Didier De Neck), πριν πληροφορηθεί την ακριβή ημερομηνία του θανάτου του, ήταν ένας ώριμος άντρας που έκανε καθημερινά ακριβώς την ίδια βαρετή πρωινή ετοιμασία για την δουλειά του και ζούσε ως ''επιτυχημένος'' επαγγελματίας, όμως ήταν ανικανοποίητος και είχε χάσει κάθε ενδιαφέρον για την ζωή.
    Ύστερα από το βαρυσήμαντο γεγονός της ανακοίνωσης, αποφασίζει να παραιτηθεί από οτιδήποτε τον κρατούσε φυλακισμένο στο παρελθόν, να εγκατασταθεί στο παγκάκι ενός πάρκου και να μείνει εκεί μέχρι να πεθάνει. Μοναδικός του σύντροφος ένα πουλάκι μέχρι την στιγμή που τον επισκέπτεται η Έα, η οποία έχοντας κληρονομήσει θεϊκές ικανότητες από τον πατέρα της, καταλαβαίνει την γλώσσα των ζώων. Ο μοναχικός κύριος ζητάει, λοιπόν, από την Έα να ρωτήσει το μικρό πτηνό γιατί ενώ μπορεί να ταξιδέψει οπουδήποτε, μένει στο ίδιο μέρος. Η απάντηση που δίνεται από την Έα είναι ''Το ίδιο ρωτάει κι αυτό εσένα''. Τότε επαναπροσδιορίζεται ως οντότητα και ξεκινά να ταξιδεύει σ'όλο τον κόσμο αφήνοντας πίσω την αδιάφορη και μέχρι πρότινος ψυχοφθόρα ζωή του.

                        

    Και διερωτώμαι, γιατί λοιπόν μένουμε στάσιμοι ενώ μπορούμε να ταξιδέψουμε παντού; Και με τον όρο ''ταξιδέψουμε'', δεν εννοώ μόνο την φυσική μετατόπιση και περιπλάνηση σε μέρη διαφορετικά κι αλλιώτικα αλλά και την νοητική, την ψυχική μας είσοδο σε άγνωστα μονοπάτια που αδημονούν να τα εξερευνήσουμε. Γιατί δεν αγαπάμε τις αλλαγές; Γιατί φοβόμαστε να προχωρήσουμε πέρα από τον χαραγμένο με κιμωλία κύκλο της άνεσής μας; Γιατί συμβιβαζόμαστε με το γνωστό, χιλιοπερπατημένο κι εύκολο και γιατί ενώ φτάνουμε σε σημείο να το αντιπαθήσουμε και να το σιχαθούμε, παραμένουμε πιστοί ακόλουθοί του;
    Μια απάντηση βρίσκω σε όλα τα ερωτήματα. Ρίσκο. Δεν έχουμε μάθει να παίρνουμε ρίσκα και να κυριεύουμε τους φόβους μας. Τους αφήνουμε αυτούς να κυριεύουν. Αποκλείουμε χωρίς δεύτερη σκέψη ιδέες ως παράλογες, τρελές η απολύτως αδύνατες να επιτευχθούν. Στην αρχή μας ενθουσιάζουν αλλά ύστερα προβάλλουμε οι ίδιοι εμπόδια και δικαιολογίες κι επιστρέφουμε ξανά στο σημείο εκκίνησης ανίκανοι να κάνουμε ένα βήμα παραπέρα.
    Δεν έχουμε τίποτα να χάσουμε όταν κάνουμε μια αλλαγή, όταν μπαίνουμε σε άγνωστα νερά -που κατά πάσα πιθανότητα θα αποδειχθούν εκ των υστέρων γαλαζοπράσινα- μόνο να κερδίσουμε. Το χειρότερο που μπορούμε να πάθουμε; Να σκοντάψουμε και να πέσουμε. Μετά όμως θα σηκωθούμε και θα προσπαθήσουμε ξανά, και φτου κι απ'την αρχή. Και μ'αυτόν τον τρόπο κερδίζουμε εμπειρίες, γνωριμίες κι αποκτάμε άλλη ματιά απέναντι στα ίδια που αντικρύζαμε κάθε μέρα, απέναντι στην ζωή.

    Πρέπει να ταρακουνηθούμε; Να τρανταχτεί το είναι μας για να δούμε με ομορφότερα μάτια την ζωή; Να μάθουμε πόσος καιρός μας μένει, όπως στην ''Ολοκαίνουρια...Καινή Διαθήκη'' για να κάνουμε επιτέλους αυτό το ταξίδι που συνέχεια αναβάλλουμε, να δούμε τον φίλο που λέμε συνέχεια ''Να κανονίσουμε ε, μην χαθούμε''; Θα αναφέρω το κλισέ ''η ζωή είναι μικρή'' αλλά και το επίσης χιλιοειπωμένο ''η ζωή είναι ωραία''. Γι'αυτό ζήσε, βγες, χαμογέλα, αγάπα, αγκάλιασε, εξελίξου κι ολοκλήρωσε επιτέλους τα μισοτελειωμένα θέματα που έχεις σημειώσει σε post-it stickers πάνω στο γραφείο σου. Σε βλέπω εε! Όταν αγαπήσεις την ζωή και αρχίσεις να πραγματώνεις αυτό που πραγματικά ζητάς, αυτό που ξέρεις ότι θέλεις και έχεις ανάγκη, τότε κι η ζωή θα σε αγαπήσει. 
À bientôt!

Επιμέλεια: Ευαγγελία Λύκου



4 σχόλια:

  1. Πολυ ομορφο, εφερε χαμογελα,εκπληξη και θαυμασμο. Μπραβο σου ευα!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ' ευχαριστώ πολύ μίστερ popopoenapopo po. Αναμείνατε το επόμενο άρθρο!

      Διαγραφή
  2. Τουλάχιστον συγκινητικό. Υπέροχο κείμενο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Σ'ευχαριστώ πολύ Μάριε! Συνέχισε κι εσύ την ωραία σου δουλειά

      Διαγραφή

Ονοματεπώνυμο

το σχόλιό σας