Τρίτη 17 Μαΐου 2016

Μία λάμψη που διαρκώς ξεθωριάζει

Μετά από κάτι μήνες, την Τρίτη το βράδυ έλαβα την μεγάλη απόφαση. Με βαριά καρδιά άφησα στην άκρη το λάπτοπ, έπεισα τον εαυτό μου να αυτοσυγκρατηθεί και μην οδηγηθεί σχεδόν μηχανικά στις γνωστές ταινίες και σειρές, έψαξα για κανένα μισάωρο μέσα στο σπίτι το τηλεκοντρόλ και το έστρεψα προς ένα κουτί που δεσπόζει άχαρο στην άλλη μεριά του σαλονιού. Όπως κάθε χρόνο τέτοια μέρα, εν συνειδήσει επέλεξα να απορροφηθώ στην αποβλάκωση της Γιουροβίζιον, ένα σόου που πατώντας τα 21 μου ακόμη αναρωτιέμαι γιατί τιμώ πάντα τις ζεστές και πρόσφορες για ατελείωτες βόλτες στο κέντρο βραδιές του Μαϊου.


Φυσικά η καταβαράθρωση στην βαθμολογία και ο αποκλεισμός από τον τελικό του ποντιακού συγκροτήματος στο οποίο ανετέθη απευθείας από τον Δ. Τσακνή της κυβερνητικής (συγγνώμη, κρατικής εννοούσα) τηλεόρασης η εκπροσώπηση της χώρας μας στον διαγωνισμό δεν εξέπληξε κανέναν. Ένα κακόηχο γραφικό φολκλόρ κομμάτι αισθητικής πρώην ανατολικού μπλοκ, που πάσχιζε να συνδυάσει τραχύ ελληνόφωνο χιπ χοπ με αγγλικό στίχο και απέπνεε την γνωστή και μη εξαιρετέα ατμόσφαιρα των τελευταίων μας συμμετοχών στην Γιουροβίζιον : ''είμαστε Ελληνάρες, δεν έχουμε δραχμή ή μάλλον ευρώ, αλλά δεν μας νοιάζει καθόλου, περνάμε υπέροχα, πίνουμε κρασιά όλη μέρα, τραγουδάμε και χορεύουμε''. Εύλογο δεν είναι να απαυδήσει ο μέσος Ευρωπαίος τηλεθεατής, όταν κάθε χρόνο του σερβίρεις την ίδια πολυδοκιμασμένη και γλυκανάλατη συνταγή; Αν και πολλοί, δραττόμενοι της ευκαιρίας, εκτόξευσαν μύδρους κατά Τσακνή και ΣΥΡΙΖΑ, στιγματίζοντας τους ως αποκλειστικούς υπευθύνους για την συντριβή, εγώ επιδοκιμάζω απερίφραστα την απευθείας ανάθεση, καθώς γλιτώσαμε το κλασικό ενιαύσιο πανηγύρι υπό τον τίτλο ''ελληνικός τελικός'' όπου ευωχείτο με τα χρήματα των Ελλήνων φορολογουμένων όλη η εγχώρια σόου μπιζ και οι παρουσιαστές ενδύονταν κυριολεκτικά με τον προϋπολογισμό του κράτους.

Με την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων, πάτησα ανακουφισμένος το οff και επέστρεψα στην γλυκιά θαλπωρή του διαδικτύου, υποσχόμενος στον εαυτό μου ότι θα επιστρέψω στους δέκτες μόνον επ'ευκαιρία κάποιου ευρωπαϊκού τελικού στο ποδόσφαιρο. Θα γυρίσει κάποιος να μου πει : '' μα καλά, περίμενες την Γιουροβίζιον για να αντιληφθείς την ποιοτική υποβάθμιση της τηλεόρασης;''. Φυσικά η απάντηση μου θα είναι καθ'όλα αρνητική, αφού πλέον και ο πιο φανατικός τηλεθεατής έχει αρχίσει να αντιλαμβάνεται ότι η άλλοτε πασπαλισμένη με απαστράπτουσα χρυσόσκονη και αμύθητα ποσά τηλεοπτική βιομηχανία διάγει περίοδο πλήρους παρακμής και αργά αλλά σταθερά βαίνει προς τον επιθανάτιο ρόγχο της.

Και εξηγούμαι : η επίπλαστη ευημερία της δεκαετίας του '90 στην Ελλάδα και η συνακόλουθη έκρηξη του υπερκαταναλωτισμού συνοδεύτηκαν από την εγγενή ανάγκη της αγοράς για διαφήμιση, η οποία εξυπηρετήθηκε μέσω της τηλεόρασης. Εκείνη την εποχή, η μικρή οθόνη γνώρισε την πιο περιφανή της άνθηση, καθώς ιδρύθηκαν οι πρώτοι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί. Hθοποιοί εγνωσμένης αξίας επιστρατεύθηκαν για να στελεχώσουν πολυδάπανες παραγωγές και μπροστά στα μάτια του αδηφάγου κοινού παρήλαυνε μία χορεία σόου και ριάλιτυ, τα οποία συνιστούσαν το γεγονός της εβδομάδας, ικανή συνθήκη για να συγκεντρωθεί όλη η οικογένεια στο σαλόνι με σκοπό την πολύωρη αποχαύνωση μπροστά στην εκάστοτε ξανθιά μούσα του ΜEGA και του ANT1. Όλα αυτά, όπως αντιλαμβάνεστε, σε μία ''αθώα'' εποχή, που το ίντερνετ ηχούσε ακόμη στα αυτιά του μέσου Έλληνα ως μία δυσνόητη εφεύρεση για σπασίκλες.

Προϊόντος του χρόνου, και με την αυγή της νέας χιλιετίας, λέξεις όπως ''e-mail'' και ''chat room'' άρχισαν να εντάσσονται στο λεξιλόγιο μας και να συνιστούν αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας μας. Πλέον η μέση ελληνική οικογένεια διέθετε υπολογιστή και ο καθένας μπορούσε να ενημερωθεί από όποια πηγή επιθυμούσε, είχε την δυνατότητα να συνομιλήσει με άτομα από την άλλη άκρη του κόσμου, να ψυχαγωγηθεί με ξένα προγράμματα μη διαθέσιμα στην ελληνική τηλεόραση και με το πάτημα ενός κουμπιού να πραγματοποιήσει αγοραπωλησίες, να μορφωθεί, να διατυπώσει αλογόκριτα την άποψή του για ζητήματα της επικαιρότητας. Και αυτό είναι το σημείο-κλειδί, η τρανή υπόδειξη της αδιαπραγμάτευτης υπεροχής του διαδικτύου έναντι της τηλεόρασης : όλες οι απόψεις, οι ψυχαγωγικές εκπομπές, τα μουσικά έργα επιδέχονται κριτικής και αμφισβήτησης, στα πλαίσια μίας άτυπης ψηφιακής ''άμεσης δημοκρατίας'', χωρίς να φιλτράρονται από κάποιο ενδεχομένως ιδεοληπτικό καναλάρχη. Οι πιο δημοφιλείς διαχεόνται στον κυβερνοχώρο και κυριαρχούν μέσω της άεναης διάδρασης των μεμονωμένων χρηστών.

Η τηλεόραση δεν κατόρθωσε να παρακολουθήσει τις ραγδαίες τεχνολογικές εξελίξεις, δεν κατέστη ούτε στιγμή ανταγωνιστική προς το ίντερνετ και αναδεύεται σε μία διαρκή εσωστρέφεια. Η κάθε συχνότητα αναπαράγει τις τετριμμένες γνώμες και προτιμήσεις των ιθυνόντων, αναλώνεται σε εύπεπτα θεάματα και καθίσταται όλο και πιο εχθρική προς νέες ιδέες. Εν έτει 2016, εξακολουθεί να βασίζει την δημοτικότητά της σε εκπομπές για μαγειρική και ζώδια, αναδεικνύει διάττοντες ''αστέρες'' - επιτομή της γελοιότητας τύπου Ποτσέπη και υποβάλλει τα πάντα στην διηθητική ''αυθεντία'' του ΕΣΡ. Γι'αυτόν ακριβώς τον λόγο, κανέναν δεν θα πρέπει να παραξενεύει το γεγονός ότι η νεολαία απομακρύνεται τάχιστα από τους τηλεοπτικούς δέκτες, επιλέγει το ίντερνετ για να εξυπηρετήσει τις πολυσχιδείς ανάγκες της για ενημέρωση, κοινωνικοποίηση και γόνιμη συνδιαλλαγή και πιθανότατα με την αποδημία των παλαιότερων γενεών, θα θέσει το άλλοτε πολύχρωμο μαγικό κουτί στο χρονοντούλαπο της τεχνολογικής ιστορίας.

Επιμέλεια : Κωνσταντίνος Πούλιος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Ονοματεπώνυμο

το σχόλιό σας